- κρωβύλος
- (4ος; αι. π.Χ.). Κωμωδιογράφος. Άκμασε στις περιόδους της Μέσης και της Νέας κωμωδίας. Έγραψε τα έργα Απαγχομένη, Απολείπουσα και Ψευδοϋποβολιμαίος, αποσπάσματα των οποίων αναφέρονται από τον Αθήναιο. Ήταν πιθανότατα σύγχρονος του ρήτορα Υπερείδη.
* * *ο (Α κρωβύλος)πλεξίδα μαλλιών δεμένη στην κορυφή τού κεφαλιού, κόρυμβος, κν. κότσος («χρυσῶν τεττίγων ἐνέρσει κρωβύλον ἀναδούμενοι τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν», Θουκ.)αρχ.1. (στην Αθήνα) η διακόσμηση τών μαλλιών τών νέων που είχαν ευγενή καταγωγή2. (κατά το λεξ. Σούδα) το τρίχωμα τού αιδοίου3. θύσανος τριχών αλόγου στην κορυφή κράνους4. ως κύριο όν. ὁ Κρωβύλοςσκωπτικό παρωνύμιο τού Αθηναίου ρήτορα Ηγησίππου5. παροιμ. «Κρωβύλου ζεῡγος» — λεγόταν για τους υπερβολικά πονηρούς.[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ. αβέβαιης προελεύσεως και ετυμολ.].
Dictionary of Greek. 2013.